Γιατί δεν γελάμε με όλα τα αστεία

 

 

Γιατί μερικά αστεία μάς κάνουν να «χτυπιόμαστε» από τα γέλια και άλλα είναι «κρύα»;

Την απάντηση πιστεύουν ότι βρήκαν επιστήμονες από το Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης, οι οποίοι μελετούν εδώ και χρόνια τους μηχανισμούς του εγκεφάλου που είναι υπεύθυνοι για το γέλιο και το χιούμορ.

Σε μελέτη που πραγματοποίησαν με 55 φοιτητές διαπίστωσαν ότι τα αστεία που είναι άμεσα και εύκολα κατανοητά είναι εκείνα που προκαλούν το περισσότερο γέλιο.

Η μελέτη βασίσθηκε σε 65 διαφορετικά ανέκδοτα που περιλαμβάνονται σε μία διαδικτυακή συλλογή, η οποία υποστηρίζει ότι διαθέτει τα 101 πιο αστεία (αγγλόφωνα) ανέκδοτα όλων των εποχών.

Άλλα από τα ανέκδοτα αυτά είναι σύντομα, άλλα μεγάλα και πιο πολύπλοκα, και άλλα αφορούν πραγματικά περιστατικά που απαιτούν γνώση της ιδιοσυγκρασίας διαφόρων λαών.

Οι φοιτητές κλήθηκαν να βαθμολογήσουν κάθε ανέκδοτο με μία κλίμακα από το 1 (καθόλου αστείο) έως 4 (ξεκαρδιστικό). Τα περισσότερα ανέκδοτα αφηγούνταν επαγγελματίες κωμικοί.

Αποτέλεσμα: τα πολύπλοκα ανέκδοτα πήραν υψηλότερη βαθμολογία αλλά μόνο μέχρι ενός ορίου. Όσα ήταν υπερβολικά πολύπλοκα έτειναν να «χάνουν» το κοινό, το ίδιο και όσα ήταν υπερβολικά λιτά, γράφουν στην επιθεώρηση «Human Nature» ο καθηγητής Εξελικτικής Ψυχολογίας δρ Ρόμπιν Ντάνμπαρ και οι συνεργάτες του.

Στην πραγματικότητα, οι φοιτητές έδωσαν υψηλότερη βαθμολογία στα ανέκδοτα που συμπεριλάμβαναν δύο «πρωταγωνιστές» και έως πέντε «αλληλεπιδράσεις» ανάμεσα σε εκείνους και το πρόσωπο που έλεγε το ανέκδοτο – από κει και πέρα έχαναν την πλοκή και το νόημα του ανεκδότου.

Επιπλέον, στα ανέκδοτα που περιείχαν στοιχεία, οι «αλληλεπιδράσεις» που άντεχαν μέχρι να «χάσουν» το αστείο ήταν έως τρεις.

«Τα ευρήματα αυτά δεν σημαίνουν ότι το χιούμορ εξαρτάται από το πόσο έξυπνη είναι η δομή ενός ανεκδότου, αλλά υποδηλώνουν ότι πρέπει να υπάρχει ένα όριο στην πολυπλοκότητα του περιεχομένου του για να γίνεται αντιληπτό και κατανοητό από τον εγκέφαλο», έσπευσε να διευκρινίσει ο δρ Ντάνμπαρ.

Και συνέχισε: «Πρακτικά, αυτό σημαίνει ότι τα ανέκδοτα δεν πρέπει ούτε να είναιυπεραπλουστευμένα, ούτε τόσο πολύπλοκα ώστε ο ακροατής ή ο αναγνώστης τους να νιώθει ότι έχασε την κατάληξη.

»Επιπλέον, πρέπει να είναι όσο το δυνατόν συντομότερα και οπωσδήποτε σε συμφωνία με τις νοητικές και γνωστικές δεξιότητες του ατόμου που το ακούει ή το διαβάζει.

»Όταν υπερβαίνουν αυτά τα όρια, χάνουν το νόημά τους και παύουν να είναι αστεία».

tanea.gr

Related Articles

Back to top button